You are on page 1of 30

Ἡ Ἱερὰ Εἰκών.

(ά Δοκίµιο)

2

Η ΙΕΡΑ ΕΙΚΩΝ ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ ΠΑΝΤΩΝ

᾿Απόπειρα γιὰ µία νέα προσέγγισι


ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ

Αʹ. Τρεῖς θεµελιώδεις προϋποθέσεις...................................................σελ. 4

1. Δηµιουργικὴ συνέχεια........................................................................σελ. 4
2. Χριστοκεντρικὴ Δηµιουργία..............................................................σελ. 5
3. ᾿Εσχατολογικὴ Ταυτότης...................................................................σελ. 7

Βʹ. ῾Η ῾Ιερὰ Εἰκὼν τῶν ῾Αγίων Πάντων............................................σελ. 10

1. Κατ᾿ ἐξοχὴν δογµατικὴ Εἰκόνα......................................................σελ. 10


2. Τὰ τρία µέρη τῆς Εἰκόνος.................................................................σελ. 11
3. Τὸ ἄνω µέρος (Μ1).............................................................................σελ. 12
4. Τὸ µεσαῖον µέρος (Μ2).....................................................................σελ. 13
5. Τὸ κάτω µέρος (Μ3)...........................................................................σελ. 15
6. Σύνοψις................................................................................................σελ. 17

Γʹ. Δογµατικὲς ᾿Αλήθειες καὶ εἰκαστικὰ µέσα................................σελ. 20

1. Τὰ εἰκαστικὰ τεχνοτροπικὰ µέσα..................................................σελ. 20


2. ῾Η Σύνθεσις........................................................................................σελ. 20
3. Τὸ Φῶς..................................................................................................σελ. 22
4. Τὸ Χρῶµα.............................................................................................σελ. 23
5. ᾿Επίλογος.............................................................................................σελ. 25

Δʹ. Παράρτηµα.......................................................................................σελ. 26

1. Τὰ ἱερὰ πρόσωπα τῆς Εἰκόνος ἀναλυτικὰ...................................σελ. 26


2. Σχέδιο τῆς Εἰκόνος — ἀριθµητικὴ ἀντιστοιχία..........................σελ. 30

3
Η ΙΕΡΑ ΕΙΚΩΝ ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ ΠΑΝΤΩΝ
᾿Απόπειρα γιὰ µία νέα προσέγγισι

Αʹ. Τρεῖς θεµελιώδεις προϋποθέσεις

1. Δηµιουργικὴ συνέχεια
,
JAT AQWGM, ἡ ἀπόπειρά µας ἀντιπαρέρχεται τὸ
ψευδο-δίληµµα: «Δηµιουργία ἢ Μίµηση;», τὸ ὁποῖο τίθεται
συνεχῶς καὶ ἀφορᾶ τὶς ᾿Εκκλησιαστικὲς Τέχνες ἐν γένει, ἀλ-
λὰ καὶ τὸ θεµέλιό τους, δηλαδὴ τὴν ᾿Ορθόδοξη Θεολογία.
α. ῾Η νέα µας προσέγγισις προϋποθέτει τὴν πεποίθησι
τῆς ζώσης Παραδόσεως, βάσει τῆς ὁποίας στὰ χαρισµατικὰ
«ὅρια» τῆς ᾿Ορθοδόξου ᾿Εκκλησίας ὑφίστατο ἀνέκαθεν ἡ
Δηµιουργικὴ Συνέχεια, ὡς ἀνακαινιστικὴ καὶ µεταµορφω-
τικὴ παρέµβασις καὶ ἐπίδρασις στὴν ῾Ιστορία.
β. Τοῦτο σηµαίνει, ὅτι ἡ ᾿Εκκλησία, ὡς «χῶρος» ἐντὸς
τοῦ ὁποίου βιώνεται δυναµικὰ τὸ διαρκὲς παρὸν τοῦ Θεοῦ,
«χωρίον τοῦ ἀπείρου Πλαστουργοῦ», δὲν ὑποκύπτει ποτὲ
στὸν πειρασµὸ νὰ προσκολλᾶται δουλικὰ στὸ παρελθόν· ἄν
τοῦτο συνέβαινε, τότε ὁ χαρακτήρας Της θὰ ἦταν βεβαίως
στατικός, δηλαδὴ ἀν-ιστορικὸς καὶ κατὰ συνέπειαν
µονοφυσιτικὸς καὶ µὴ σωτηριολογικός.
γ. ῾Η ζῶσα παρουσία καὶ µαρτυρία τῆς ᾿Εκκλησίας,
διὰ µέσου ἐν προκειµένῳ τῶν Λειτουργικῶν Τεχνῶν Της,
σηµαίνει κατ᾿ οὐσίαν µίαν διαρκῆ διαδικασία, µέσῳ τῆς
ὁποίας ἐπαναπροσλαµβάνονται δηµιουργικὰ τὰ γνήσια

4
καὶ δόκιµα στοιχεῖα τῆς Παραδόσεώς Της, προκειµένου
νὰ «σαρκωθοῦν» αὐτὰ στὸ νέο ἱστορικὸ περιβάλλον της
καὶ τοιουτοτρόπως νὰ ἀντιµετωπισθοῦν λυσιτελῶς οἱ
προκλήσεις τοῦ ἑκάστοτε ἱστορικοῦ παρόντος.
δ. Τὸ ζητούµενον ἀνέκαθεν ἦταν ἡ µεταµορφωτική, ἐν
Πνεύµατι ῾Αγίῳ, πρόσληψις τοῦ Παρόντος, ὡς συνέχεια
καὶ «αὒξησις» τοῦ ἀεὶ ζῶντος Παρελθόντος, ὑπὸ τὴν
ἀνακαινιστικὴν προοπτικὴν τοῦ Μέλλοντος, δηλαδὴ τῆς
Βασιλείας τοῦ Θεοῦ, ἡ ῾Οποία εἶναι ἤδη παροῦσα.
ε. ῾Οµιλοῦντες ἐκκλησιαστικὰ γιὰ Παρελθὸν-Παρὸν-
Μέλλον, ἐννοοῦµε τὸν ἄτµητο καὶ ἑνιαῖο «χῶρο» τῆς ῾Ιερᾶς
῾Ιστορίας, ὅπου ὑφίσταται δυναµικὰ τὸ διαρκὲς παρὸν
τοῦ Θεοῦ, «χῶρος θεοφανίας», ὅπως ἀκριβῶς ἡ ζωὴ εἶναι
δυναµικὰ παροῦσα καὶ ἑνιαία στὴν ρίζα, τὸν κορµὸ καὶ τούς
κλάδους ἑνὸς δένδρου.
Ϛ. ῾Ως ἐκ τούτου, µακρὰν τοῦ παραπαίοντος ψευδο-
προβληµατισµοῦ µεταξὺ συντηρητισµοῦ καὶ φιλελευθε-
ρισµοῦ, ἤτοι ἀν-ιστορικότητος καὶ ἐκ-κοσµικεύσεως,
τὰ ὁποῖα εἶναι «στοιχεῖα τοῦ κόσµου τούτου», ἡ εἰκαστικὴ
πρότασις τῆς ᾿Ορθοδοξίας, ὡς χαρισµατικὸ γεγονός,
εἶναι πάντοτε «καινὴ»/ νέα, ἀείποτε «ἀνακαινιζοµένη» καὶ
«ἀνακαινίζουσα», δηλαδὴ πάντοτε «σύγχρονος», ὡς διαρκὴς
φανέρωσις τῆς «Καινῆς Κτίσεως»: «ὥστε εἴ τις ἐν Χριστῷ
καινὴ κτίσις· τὰ ἀρχαῖα παρῆλθεν, ἰδοὺ γέγονε καινὰ τὰ
πάντα» (Β΄ Κορινθ. ε´ 17).

2. Χριστοκεντρικὴ Δηµιουργία

JATOPIM, ἡ ἀπόπειρά µας ἐπιθυµεῖ νὰ τονίση ἐκ


νέου καὶ µὲ ἰδιαίτερη ἔµφασι τὴν Χριστοκεντρικότητα τῆς
᾿Ορθοδόξου ᾿Εκκλησιαστικῆς ῾Αγιογραφίας.

5
α. Θεµελιωδεστάτη θέσις τῆς᾿Ορθοδόξου Θεολογίας
εἶναι, ὅτι τὰ ἁγιασµένα µέλη τῆς ᾿Εκκλησίας, φέροντα
τὴν «µορφὴν» καὶ τὸν «τύπον» τοῦ Χριστοῦ, εἶναι «εἷς ἐν
Χριστῷ ᾿Ιησοῦ» (Γαλ. γ´ 27-28)· δηλαδή, «ὁµοιάζοντα» πρὸς
τὸν Χριστόν, εἶναι «ὅµοια» µεταξύ τους καὶ ἑποµένως ἔχουν
κοινὰ χαρακτηριστικὰ µὲ τὸν Χριστὸ καὶ µεταξύ τους.
β. «Ἕκαστος τῶν βαπτιζοµένων», λέγει ὁ ἱερὸς Θεο-
φύλακτος Βουλγαρίας, «ἀπεβάλετο µὲν τὰ φυσικὰ ἰδιώµατα·
ἕνα δὲ τύπον καὶ µίαν µορφὴν πάντες ἀνέλαβον, οὐκ
ἀγγέλου, ἀλλ᾿ αὐτοῦ τοῦ Δεσπότου, ἐν ἑαυτοῖς δεικνύντες
τὸν Χριστόν. Ὥστε καὶ εἷς ἐσµεν πάντες ἐν Χριστῷ ᾿Ιησοῦ·
τουτέστι, καθὸ µίαν µορφὴν τὴν τοῦ Χριστοῦ ἐπικειµένην
ἔχοµεν». (PG τ. 124, στλ. 996Β)

γ. «Χριστοὶ γινόµεθα καὶ ἡµεῖς, καθὸ πάσχοµεν».


(῾Αγίου Θεοφυλάκτου Βουλγαρίας, PG τ. 124, στλ. 1184C)

«Καὶ ὅσοι χριστιανοὶ πάσχουν διὰ τὸν Χριστόν,


χριστοὶ γίνονται καὶ αὐτοὶ κατὰ τοῦτο, καθὸ
πάσχουν».
(῾Οσ. Νικοδήµου ῾Αγιορείτου, εἰς τὸ Φιλιπ. γ΄ 10)

δ. Οἱ Χριστιανοὶ «Χριστὸν ἐνεδύσαντο» (Γαλ. γ΄ 27-28),


δηλαδὴ «ἐφόρεσαν τὸν Θεόν», ἐπειδὴ διὰ τῆς Σαρκώσεως ὁ
ἀληθινὸς Θεὸς «πάντας ἡµᾶς ἐφόρεσεν»:
«Ὅσοι γοῦν πνευµατοφόροι φῶς φοροῦσι, καὶ ὅσοι
φοροῦντες φῶς Χριστὸν εἰσὶν ἐνδεδυµένοι, καὶ οἱ
ἐνδεδυµένοι Χριστὸν τὸν Πατέρα ἐνδέδυνται».
(Μ. ᾿Αθανασίου/ Βλ. ῾Οσ. Νικοδήµου, Ρωµ. ιγ΄ 14)

ε. ῾Η Χριστοκεντρικὴ καὶ σωτηριολογικὴ αὐτὴ ἀλήθεια


θὰ βιωθῆ στὴν πληρότητά της κατὰ τὴν ἀδιάδοχον ᾿Ογδόην
῾Ηµέραν, ἤτοι τὴν Βασιλείαν τοῦ Θεοῦ, ὁπότε δὲν θὰ ὑπάρχη
δύσις καὶ σκότος :

6
«῎Αλλος γὰρ αὐτὴν ποιεῖ ὁ Ἥλιος, ὁ τὸ ἀληθινὸν
Φῶς ἀναλάµπων· ῝Ος ἐπειδὰν ἅπαξ ἐπιφανῇ ἡµῖν,
οὐκέτι ἐν δυσµαῖς κρύπτεται, ἀλλὰ πάντα τῇ φωτι-
στικῇ ἑαυτοῦ δυνάµει περιπτυξάµενος, διηνεκές
τε καὶ ἀδιάδοχον τοῖς ἀξίοις τὸ Φῶς ἐµποιεῖ· καὶ
αὐτοὺς τοὺς µετέχοντας τοῦ Φωτὸς ἐκείνου, ἄλλους
ἡλίους ἀπεργαζόµενος».
(῾Αγίου Γρηγορίου Νύσσης, PG τ. 44, στλ. 612Α)

Ϛ. Τὸ «κοινὸν» αὐτὸ µεταξὺ Χριστοῦ καὶ Χριστιανῶν,


διὰ τοῦ ὁποίου γινόµεθα οἱ πάντες «εἷς», δηλαδὴ ἡ µία
«µορφὴ» τοῦ Χριστοῦ, ἐντετυπωµένη εἰς ὅλους τοὺς
«χριστοµόρφους» (Βλ. ῾Ι. Δαµασκηνοῦ, PG τ. 96, στλ.
657Α), ἤτοι κατὰ χάριν Χριστοὺς ἐν τῷ φωτὶ τῆς ῾Αγίας
Τριάδος, ὅταν ἐκφρασθῆ εἰκαστικὰ µὲ τρόπο σαφῆ καὶ
ἐµφαντικό, ἀναδεικνύει τελικὰ τὴν Εἰκόνα ὡς τὴν Εἰκόνα
τοῦ Θεανθρώπου, δηλαδὴ ὡς µίαν Χριστοκεντρικὴν
Δηµιουργίαν, ἔστω καὶ ἄν ἡ ῾Ιερὰ Εἰκόνα εἶναι πολυ-
πρόσωπος καὶ πολυσύνθετος.

3. ᾿Εσχατολογικὴ Ταυτότης

TEKOS, ἡ ἀπόπειρά µας προϋποθέτει ὁπωσδήποτε


τὴν ᾿Εσχατολογικὴ Ταυτότητα τῆς ῾Ιερᾶς Εἰκόνος, µαρ-
τυρουµένην ἄλλωστε καὶ ἀπὸ τὶς τρεῖς λειτουργικὲς
διαστάσεις της.
α. Πρωτίστως, ὑπενθυµίζεται ὅτι ἐφ᾿ ὅσον ἔργο τῆς
᾿Εκκλησίας εἶναι νὰ µᾶς ἀποκαλύπτη τὸν Μέλλοντα Αἰῶνα,
δηλαδὴ τὴν Βασιλεία τοῦ Θεοῦ, ἀλλὰ καὶ νὰ µᾶς παρέχη
τὴν δυνατότητα νὰ µετέχουµε εἰς Αὐτὴν («µυστηριακὸς
ρεαλισµός»), ἕπεται ὅτι ἡ φύσις τῆς ᾿Εκκλησίας, ἡ ὀντολογία
Της, εἶναι ᾿Εσχατολογική.

7
β. ῾Η ᾿Εκκλησία, ἐπειδὴ ἀντλεῖ τὴν ὑπόστασί Της ἀπὸ
τὸ Μέλλον, δηλαδὴ οἱ ρίζες τοῦ δένδρου Της εὑρίσκονται
στὰ Ἔσχατα, «παροντοποιεῖ» τὴν Βασιλεία τοῦ Θεοῦ ἐδῶ
καὶ τώρα στὰ µυστηριακὰ «ὅριά» Της, ὅλη δὲ ἡ ἐν Χριστῷ
ζωή, ἀλλὰ καὶ τὰ µέσα, τὰ ὁποῖα διακονοῦν καὶ ἐκφράζουν
αὐτήν, καταυγάζονται διαρκῶς ἀπὸ τὸ ἄδυτο Φῶς τῆς
᾿Ογδόης ῾Ηµέρας.
γ. ῾Η ῾Ιερὰ Εἰκὼν δὲν εἶναι ἁπλῶς ἕνα «ἄνοιγµα»,
µέσῳ τοῦ ὁποίου βλέπουµε τὸ ἐπέκεινα, τὸ ᾿Εσχατολογικὸ
Μέλλον, ἀλλὰ ἀναδεικνύεται ἀπὸ τὸ ἱστορικο-εσχατολογικὸ
Σῶµα τοῦ Χριστοῦ, καὶ ἀποκλειστικὰ στὰ «ὅρια»Αὐτοῦ, ὡς
τὸ εἰκαστικὸ ἐκεῖνο µέσον, τὸ ὁποῖο καθιστᾶ ἀπὸ τοῦ νῦν
παροῦσαν («παροντοποιεῖ») τὴν µετα-ιστορίαν.
δ. ῾Ο ἀναµφισβήτητα ᾿Εσχατολογικὸς Χαρακτή-
ρας τῆς Εἰκόνος εἶναι ἔκδηλος καὶ στὰ τρία ἐπίπεδα τῆς
ἀποκλειστι-κὰ ἐκκλησιαστικῆς λειτουργίας της :
Ι. ῾Ο τιµῶν καὶ «προσκυνῶν» διὰ τῆς Εἰκόνος «τὴν
τοῦ ἐγγραφοµένου ὑπόστασιν» («῞Ορος» Ζ΄ ῾Αγ. Οἰκουµ.
Συνόδου), κοινωνεῖ µὲ τὸ εἰκονιζόµενο πρόσωπο, δηλαδὴ
µετέχει ἤδη, µέσῳ τῆς Εἰκόνος, στὴν ᾿Εσχατολογικὴ
Πραγµατικότητα.
ΙΙ. ῾Η ῾Ιερὰ Εἰκών, κατὰ τρόπον καὶ λόγον ὑπερφυῆ,
καθίσταται ἀγωγὸς τῆς Θείας Χάριτος, ἡ ῾Οποία θεοποιεῖ
τὸν προσκυνοῦντα, τοιουτρόπως δὲ ὁ προσκυνῶν εἰσάγεται
µέσῳ τῆς Εἰκόνος ἀπὸ τοῦ νῦν στὰ Ἔσχατα:
«Χάρις δίδοται θεία ταῖς ὕλαις διὰ τῆς τῶν
εἰκονιζοµένων προσηγορίας».
(῾Ι. Δαµασκηνοῦ, PG τ. 94, στλ. 1264Β)

ΙΙΙ. ῾Η Εἰκὼν λειτουργεῖ ὅπως τὰ ἱερὰ βιβλία τῆς ῾Αγίας


Γραφῆς καὶ τῶν ῾Αγίων Πατέρων, δηλαδὴ παιδαγωγικὰ καὶ
8
διδακτικά (πρβλ. ῾Ι. Δαµασκηνοῦ, PG τ. 94, στλ. 1268ABC-
῾Οσ. Θεοδώρου Στουδίτου, PG τ. 99, στλ. 1213Α, 1537CD)·
ἑποµένως ὁ «ἀναγινώσκων» τὴν Εἰκόνα µυεῖται στὴν
᾿Ορθόδοξη Θεολογία, ἡ ὁποία πάντως εἶναι ἀποκαλυπτική,
δηλαδὴ ᾿Εσχατολογική.
ε. Εἶναι λοιπὸν προφανές, ἐν σχέσει µάλιστα πρὸς τὰ
ἀναφερθέντα στὴν § 1, α-ζ, τοῦ παρόντος Κεφαλαίου Α´, ὅτι
ὁ ᾿Ορθόδοξος ῾Αγιογράφος καλεῖται νὰ ἐργασθῆ πρωτίστως
καὶ κυρίως θεολογικά, δηλαδὴ νὰ ἐκφράση εἰκαστικὰ τὴν
Δογµατικὴ ᾿Αλήθεια τῆς ᾿Εκκλησίας, ἤτοι τὴν ἐν Χριστῷ
ἐµπειρία Της· τὸ δὲ προσωπικὸ ὕφος του, ζωοποιούµενο ἀπὸ
τὴν χαρισµατικὴ σχέσι του µὲ τὸν Θεῖο Παράκλητο,
«ἐν τούτῳ ἀκριβῶς τυγχάνει σπουδαιότερον
καὶ ἀξιολογώτερον, ὅσῳ βαθύτερον καὶ πραγ-
µατικότερον δύναται νὰ παραστήσῃ τὸ πνεῦµα,
τὸ βάθος καὶ τὴν οὐσίαν τῆς ᾿Εκκλησίας του,
πιστότερον δὲ νὰ ἐκφράσῃ τὸ µυστικὸν Αὐτῆς ἐν
Πνεύµατι ῾Αγίῳ βίωµα».
(᾿Ανδρέου Θεοδώρου)

9
Βʹ. ῾Η ῾Ιερὰ Εἰκὼν τῶν ῾Αγίων Πάντων

1. Κατ᾿ ἐξοχὴν δογµατικὴ Εἰκόνα

EM PQYTOIS, ἡ νέα προσέγγισίς µας λαµβάνει


ὡς δεδοµένο, ὅτι ἡ ῾Ιερὰ Εἰκὼν τῶν ῾Αγίων Πάντων εἶναι
ἡ κατ᾿ ἐξοχὴν δογµατικὴ Εἰκόνα, δηλαδὴ ἔχει ἕνα πλῆρες
δογµατικὸ εὖρος.

α. Τὸ δεδοµένο αὐτὸ κατανοεῖται κατ᾿ ἀρχὴν ἀπὸ


τὴν «βάσι» τῆς προτάσεώς µας, ἡ ὁποία θὰ παρουσιασθῆ
περαιτέρω ἀναλυτικώτερα: ἡ Εἰκὼν νὰ περιλαµβάνη
τρία συναπτόµενα καὶ ἐν µέρει περιχωρούµενα µέρη-
«ἐπίπεδα».

β. ῾Η «βάσις» αὐτή, ὅπως καὶ ἄλλες θέσεις τῆς νέας


προσεγγίσεως, προϋποθέτει τὴν ἀναρτηµένη στὴν Ἱστο-
σελίδα µας ἑρµηνευτικὴ ἐργασία µας:
«Τὸ Μυστήριον τῆς ῾Αρπαγῆς -῾Η θεωτικὴ ἐµπειρία
τῆς ῾῾ἁρπαγῆς᾿᾿ τοῦ ᾿Αποστόλου Παύλου ῾῾ἕως τρί-
του οὐρανοῦ᾿᾿, δηλαδὴ ῾῾εἰς τὸν Παράδεισον᾿᾿ (Β´
Κορινθ. ιβ´ 2-4)»
γ. Τὰ τρία συναπτόµενα µέρη ἄνω-µέσον-κάτω,
ἀντιστοιχοῦν στὴν Τριαδολογία, τὴν Χριστολογία καὶ τὴν
᾿Εκκλησιολογία.

δ. Πάντα τὰ ἄλλα Δόγµατα ἀπορρέουν ἐξ αὐτῶν τῶν


τριῶν καὶ ἐµπερικλείονται εἰς αὐτά, ὅπως θὰ ἐπισηµανθῆ
ἐφ᾿ ἑξῆς ἀναλυτικά.

10
2. Τὰ τρία µέρη τῆς Εἰκόνος

EM SUMEWEIA, χάριν τῆς οἰκονοµίας τοῦ λόγου,


τὰ µέρη τῆς Εἰκόνος χαρακτηρίζονται ὡς Μ1 (ἄνω), Μ2
(µέσον), Μ3 (κάτω) [βλ. Σχῆµα 1].

Σχῆµα 1
Σχῆµα 1

α. Στὸ Μ1 θὰ τεθῆ ἡ ῾Αγία Τριάς, δηλαδὴ τὸ ἱστορικὸ


γεγονὸς τῆς ᾿Αποκαλύψεως στὸν Πατριάρχη ᾿Αβραάµ.
β. Στὸ Μ2 θὰ τεθῆ ἡ Θεοτόκος ὡς Βασίλισσα, φέρουσα
ἐγκόλπιον τὸν Κύριόν µας.
γ. Στὸ Μ3 θὰ τεθῆ ἡ ᾿Εκκλησία, δηλαδὴ ἡ Σύναξις
τῶν ῾Αγίων.

11
δ. Τὸ εἰκαστικὸ αὐτὸ σύνολον ἀποτελεῖ σὲ γενικὲς
γραµµὲς ὑπόµνησιν τῆς Θείας Οἰκονοµίας: ὁ Εἷς τῆς Τριά-
δος (῾Αγία Τριὰς- Χριστὸς) σαρκοῦται (Θεοτόκος-Χριστὸς)
καὶ θεοποιεῖ τὸν ἄνθρωπο (᾿Εκκλησία- Χριστός).
ε. ᾿Επίσης, τὸ εἰκαστικὸ τοῦτο σύνολο ἀποτελεῖ τὴν
εἰκόνα τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ: ὁ Κύριος «ἐνοικεῖ» καὶ
«ἐµπεριπατεῖ» µέσα στὸν Λαό Του, δηλαδὴ τὴν ᾿Εκκλησία
Του, ἡ ὁποία εἶναι ὁ Ναός Του· ἀλλὰ καὶ ὁ Λαὸς τῆς
Χάριτος ζῇ ἐν τῷ Πατρί, κατηλλαγµένος µετ᾿ Αὐτοῦ διὰ τῆς
Οἰκονοµίας τοῦ Υἱοῦ, ὁ ῾Οποῖος ἐσαρκώθη «ἐκ Πνεύµατος
῾Αγίου καὶ Μαρίας τῆς Παρθένου» καὶ ἥνωσε ἡµᾶς µὲ τὸν
Θεὸ ἐν τῷ Σώµατι καὶ τῷ Αἵµατι Αὐτοῦ.
«῾Υµεῖς γὰρ Ναὸς Θεοῦ ἐστε ζῶντος, καθὼς εἶπεν ὁ
Θεός, ὅτι ἐνοικήσω ἐν αὐτοῖς καὶ ἐµπεριπατήσω, καὶ
ἔσοµαι αὐτῶν Θεός, καὶ αὐτοὶ ἔσονταί µοι Λαός».
(Β´ Κορινθ. Ϛ´ 16)

Ϛ. Τὰ Μ1 - Μ2 - Μ3 δὲν ἐφάπτονται ἁπλῶς, ἀλλὰ


εἰσδύουν τὸ ἕνα στὸ ἄλλο, ἀλληλο-περιχωροῦνται, ἐν
µέρει (Σ1 καὶ Σ2), τοιουτοτρόπως δὲ ὑποδηλώνεται ἡ ἑνιαία
θεώρησις τῶν τριῶν βασικῶν Δογµάτων: ὁ Θεὸς (Μ1)
ἐνηνθρώπησε (Μ2), γιὰ νὰ γίνουµε Σῶµα Του (Μ3).

3. Τὸ ἄνω µέρος (Μ1)

JATù AQWGM, στὸ Μ 1 πρέπει νὰ γίνεται ὑπόµνη-


σις στὴν θεµελιώδη διάκρισι µεταξὺ τῆς ἀπροσίτου/ἀ-
µεθέκτου θείας οὐσίας καὶ τῶν προσιτῶν/µεθεκτῶν
θείων ἐνεργειῶν.
α. Τὸ ἀπρόσιτον ὑπεµφαίνεται µὲ τρία στοιχεῖα :

12
πρῶτον, τὸ Μ1 εὑρίσκεται στὸ ἀνώτατο (τὸ πλέον «ἀπό-
µακρο») σηµεῖο τῆς Εἰκόνος· δεύτερον, εἶναι µικρώτερο σὲ
ἔκτασι ἐν σχέσει πρὸς τὰ Μ2 καὶ Μ3· καὶ τρίτον , ὁ χῶρος
Χα πέριξ τοῦ Μ1 εἶναι ἀρκετὰ µεγάλος.
β. Τὸ προσιτὸν ὑποδηλώνεται µὲ δύο στοιχεῖα: πρῶτον,
µὲ τὴν ἱστορικότητα τοῦ γεγονότος τῆς Φιλοξενίας τοῦ
᾿Αβραάµ· καὶ δεύτερον, µὲ τὸ σηµεῖο Σ1 τῆς ἀλληλο-
εισδύσεως τοῦ Μ1 καὶ τοῦ Μ2 (ὁ Θεὸς σαρκώνεται-κοινωνεῖ
µὲ τὴν φύσι µας).
γ. Τέλος, θὰ ἦταν ἴσως ἀναγκαῖο νὰ τεθῆ καὶ ἡ
τράπεζα τῆς Φιλοξενίας ἐνώπιον τῶν θείων Προσώπων,
προκειµένου νὰ προσδίδεται εὐχαριστιακὸς χαρακτήρας
στὸ γεγονός, ἄµεσα συναπτόµενος µὲ τὸ Μ3, ὁπότε ἐπὶ τῆς
τραπέζης θὰ ὑπάρχη µόνον ἕνα Ποτήριον, ὅµοιον πρὸς τὸ
Μ3, ὥστε νὰ ὑποδηλώνεται ἡ ταυτότης τῆς Εὐχαριστίας.

4. Τὸ µεσαῖον µέρος (Μ2)

PQYTISTYS, στὸ Μ 2 πρέπει νὰ γίνεται ὑπό-


µνησις στὶς ἀλήθειες τοῦ Χριστολογικοῦ Δόγµατος,
δηλαδὴ τοῦ Μυστηρίου τῆς Σαρκώσεως: ἡ ᾿Ενανθρώπησις
µᾶς ἀπεκάλυψε τὸν Τριαδικὸ Θεὸ (Μ1)· µᾶς ἔφερε σὲ
κοινωνία (Σ1) µὲ τὸν Θεὸ µέσῳ τῆς Σαρκὸς τοῦ Υἱοῦ· τὴν
Σάρκα αὐτὴν προσέλαβε ἐκ τῆς Θεοτόκου (Μ2)· ἡ Σάρκα
Αὐτὴ «ὑπάρχει» στὴν ᾿Εκκλησία (Μ3)· τὸ Μυστήριο τῆς
Σαρκώσεως (Μ2) καὶ τὸ Μυστήριο τῆς ᾿Εκκλησία ἀλληλο-
περιχωροῦνται (Σ2).

α. Τὸ Μυστήριον τῆς ᾿Ενανθρωπήσεως, ὡς τὸ µόνον


καινὸν ὑπὸ τὸν ἥλιον, ὡς σκοπὸς καὶ κορύφωµα τῆς

13
Δηµιουργίας, ὡς ἡ Μεγάλη Βουλὴ τοῦ Θεοῦ γιὰ τὸν ἄν-
θρωπο καὶ ὅλη τὴν Κτίσι, θὰ πρέπει κατὰ πρῶτον λόγον
νὰ κατέχῃ τὸ κεντρικώτερο µέρος τῆς Εἰκόνος, καὶ δεύτερον
νὰ ἐκφράζεται ἐπιτυχέστατα καὶ µοναδικὰ µὲ τὴν ἔνθρονον
Παντάνασσαν Θεοτόκον, ἔχουσαν ἐγκόλπιον τὸν Κύριόν
µας (ὄχι ὡς ᾿Αγκαλοφοροῦσαν ἢ Γλυκοφιλοῦσαν).
«Αὕτη ἐστὶν ἡ Θεοτόκος Μαρία», «ὁ χερουβικὸς
θρόνος», «τὸν Βασιλέα Κύριον Σαβαὼθ ἐγκόλπιον
φέρουσα».
(῾Αγίου ᾿Ανδρέου Κρήτης, PG τ. 97, στλ. 880CD)

β. ᾿Εν συνεχείᾳ, ἐπειδὴ ἡ θέσις τῆς Μητρὸς τοῦ


Θεοῦ εἶναι µοναδικὴ στὸ Μυστήριο τῆς Σωτηρίας µας,
«αἰτία τῆς τῶν πάντων θεώσεως», ἡ δὲ συνεισφορά Της δὲν
περιορίζεται µόνον στὴν ἱστορικὴ στιγµὴ τῆς Σαρκώσεως,
εἶναι ἀναγκαία ἡ κατὰ τοιοῦτον τρόπον ἐµφαντικὴ θέσις
Της στὸ Μ2, ὥστε νὰ ὑπεµφαίνωνται καὶ τὰ ἑξῆς : φέρει
τὰ «δευτερεῖα τῆς Τριάδος», ὡς ἐκ τούτου µεταξὺ Μ1
καὶ Μ2 δὲν παρεµβάλλονται Οὐράνιαι Δυνάµεις (Σ1)·
εἶναι «µεθόριον» µεταξὺ ἀκτίστου (Μ1) καὶ κτιστῆς (Μ3)
φύσεως · ἀποτελεῖ τὴν «κλίµακα», «δι᾿ ἧς κατέβη ὁ Θεὸς»
(Μ1Μ2)· εἶναι ἡ «γέφυρα» ἡ «µετάγουσα τοὺς ἐκ γῆς
πρὸς οὐρανὸν» (Μ3Μ2Μ1).
γ. Κατόπιν, τὸ Μ2 πρέπει νὰ ὑποδηλώνη τὴν συνεχῆ
καὶ ὄντως κεντρικὴ «παρουσία» τῆς Παντανάσσης
στὴν ῾Ιερὰ ῾Ιστορία, ἐφ᾿ ὅσον διὰ τῆς Σαρκώσεως ἐξ
Αὐτῆς τοῦ ῾Ενὸς τῆς Τριάδος, «καὶ παντεχνήµονι Λόγῳ
σάρκα δανείσασα», ἡ Σάρκα τοῦ Θεανθρώπου, δηλαδὴ
ἡ Σάρκα τῆς Πανάγνου, εἶναι τὸ ζωοποιὸ «κέντρον» τῆς
᾿Εκκλησίας.
δ. Τέλος, ἡ Θεοτόκος, ὡς Θρόνος τοῦ Θεοῦ καὶ «χωρίον
τοῦ ἀπείρου Πλαστουργοῦ Αὐτῆς», εὑρίσκεται ὑπεράνω τῶν
Οὐρανίων Δυνάµεων ᾿Ασωµάτων (ΑΣ), οἱ δὲ δωρεὲς τοῦ
14
Θεοῦ (Μ1) µετοχετεύονται διὰ τῆς Πανάγνου Μαριάµ,
δυνάµει τῆς Σαρκώσεως (Μ2), στοὺς ᾿Ασωµάτους (ΑΣ) καὶ
δι᾿ αὐτῶν στὴν ᾿Εκκλησία (Μ3).
ε. ῾Η ῾Υπερευλογηµένη Θεοτόκος δὲν εἶναι ἐκτὸς
καὶ ὑπεράνω τῆς ᾿Εκκλησίας, ἀλλ᾿ ὡς Μητέρα τοῦ Θεοῦ
καὶ τῆς ᾿Εκκλησίας «ἑνώνει» καὶ «συνάπτει» κτιστὸ καὶ
ἄκτιστο: «ἡ Θεὸν Λόγον τοῖς ἀνθρώποις τῇ παραδόξῳ
Αὐτῆς κυήσει ἑνώσασα καὶ τὴν ἀπωσθεῖσαν φύσιν τοῦ
γένους ἡµῶν τοῖς οὐρανίοις συνάψασα»· «χαῖρε, πιστοὺς
Κυρίῳ ἁρµόζουσα».
Ϛ. ῾Ως ἀπόρροια τῶν ἀνωτέρω, οἱ Οὐράνιες Δυνάµεις
(ΑΣ) τίθενται ἡµικυκλικῶς πρὸς τὰ ἄνω, πρὸς ὑποδήλωσιν
τοῦ Οὐρανοῦ, καὶ σχεδὸν πληροῦν τὴν περιοχὴ Χβ, ἀλλὰ
τοιουτοτρόπως, ὥστε νὰ ἐκφράζεται τὸ «δουλικὸν» ἔναντι
τοῦ ἐνθρόνου Θεοῦ καὶ τοῦ Μυστηρίου τῆς Σαρκώσεως
(Μ2).

5. Τὸ κάτω µέρος (Μ3)

EPEIDG, στὸ Μ3 πρέπει νὰ προβληθῆ τὸ


᾿Εκκλησιολογικὸ Δόγµα, κέντρο τοῦ ὁποίου εἶναι ἡ
Εὐχαριστία, θεωρεῖται ὡς προσφορωτέρα πρὸς τοῦτο ἡ
ἀπεικόνισις τῆς Θείας Λειτουργίας: στὸ Χριστοκεντρικὸ
αὐτὸ Μυστήριο πραγµατώνεται ἡ ᾿Εκκλησία, ἡ ῾Οποία
ἀποτελεῖ «τὸ πλήρωµα τοῦ τὰ πάντα ἐν πᾶσι πληρουµένου»
(᾿Εφεσ. αʹ 23), φανερώνεται ἡ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ, βιώνεται
τὸ ᾿Εσχατολογικὸ Μέλλον ὡς παρὸν καὶ ἐν τέλει ὁ ἱερὸς
«χῶρος» τῆς ᾿Εκκλησίας, ὡς Σώµατος τοῦ Χριστοῦ, ἀνα-
δεικνύεται ὡς τὸ διαρκὲς παρὸν τοῦ Θεοῦ, ἐντὸς τοῦ
ὁποίου «ἐκκλησιοποιεῖται» ἡ Κτίσις.

15
α. «῾Η ᾿Εσχατολογικὴ Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν δὲν
θὰ εἶναι ἄλλο ἀπὸ τὸ εὐχαριστιακὸ Κυριακὸ Δεῖπνο τῆς
Βασιλείας, ἡ Αἰώνια Λειτουργία, δηλαδὴ ἡ θεία καὶ αἰώνια
Κοινωνία τοῦ Θεοῦ Πατρὸς ἐν Χριστῷ τῷ Θεανθρώπῳ διὰ
Πνεύµατος ῾Αγίου µετὰ πάντων ἡµῶν. Καὶ αὐτὸ ἀκριβῶς
εἶναι ἡ ᾿Εκκλησία καὶ ἡ Βασιλεία».
(᾿Επισκόπου πρώην ᾿Ερζεγοβίνης ᾿Αθανασίου Γιέβτιτς)

β. «῎Ιδωµεν δὲ πῶς καὶ διὰ τούτου τοῦ θείου τύπου καὶ


τοῦ ἔργου τῆς ἱερᾶς Προσκοµιδῆς τὸν ᾿Ιησοῦν αὐτόν, καὶ
τὴν ᾿Εκκλησίαν αὐτοῦ µίαν πᾶσαν ὁρῶµεν, µέσον Αὐτὸν
τὸ ἀληθινὸν Φῶς, τὴν ζωὴν τὴν αἰώνιον κεκτηµένην, καὶ
φωτιζοµένην ὑπ᾿ Αὐτοῦ καὶ συνεχοµένην. Αὐτὸς µὲν γὰρ
διὰ τοῦ ἄρτου µέσον ἐστίν· ἡ Μήτηρ δὲ διὰ τῆς µερίδος ἐκ
δεξιῶν· ῞Αγιοι δὲ καὶ ῎Αγγελοι ἐξ ἀριστερῶν· ὑποκάτω δὲ
ἅπαν τῶν Αὐτῷ πιστευσάντων τὸ εὐσεβὲς ἄθροισµα. Καὶ
τοῦτό ἐστι τὸ µέγα µυστήριον· Θεὸς ἐν ἀνθρώποις καὶ
Θεὸς ἐν µέσῳ θεῶν, θεουµένων ἐκ τοῦ κατὰ φύσιν ὄντως
Θεοῦ σαρκωθέντος ὑπὲρ αὐτῶν. Καὶ τοῦτο ἡ µέλλουσα
Βασιλεία καὶ τῆς αἰωνίου ζωῆς τὸ πολίτευµα· Θεὸς µεθ᾿
ἡµῶν ὁρώµενός τε καὶ µεταλαµβανόµενος».
(῾Ι. Συµεὼν Θεσσαλονίκης, PG τ. 155, στλ. 285-286)

γ. ῾Η βίωσις τοῦ Μέλλοντος ἐντὸς τοῦ ἱστορικοῦ


Παρόντος, «βιουµένη ᾿Εσχατολογία», καθίσταται δυνατὴ
δυνάµει τῆς Σαρκώσεως (Μ2) : ὁ Θεάνθρωπος µὲ τὴν
Σάρκωσι, τὴν Σταύρωσι καὶ τὴν ᾿Ανάστασι µᾶς ἔφερε καὶ
µᾶς φέρει συνεχῶς σὲ «κοινωνία» µὲ τὸν Θεὸ-Πατέρα ἐν
Πνεύµατι ῾Αγίῳ διὰ τῆς Μετοχῆς µας στὸ Μυστήριο τῆς
Πεντηκοστῆς.
δ. ῾Εποµένως, αὐτὴ ἡ «κοινωνία», ἡ ὁποία ταυτίζεται
µὲ τὴν Βασιλεία τοῦ Θεοῦ, ἐπειδὴ πραγµατώνεται καὶ
ἀποκαλύπτεται στὴν Θεία Λειτουργία, θὰ πρέπει νὰ
16
ἐµφαίνεται στὸ Μ3 µὲ τὰ ἑξῆς στοιχεῖα: τὸν Σταυρό, τὸ
Θυσιαστήριο, τὸν Χριστὸ λειτουργοῦντα καὶ µεταδίδοντα
τὰ Μυστήρια, τὴν Δόξα τῆς ᾿Αναστάσεως, τοὺς χοροὺς τῶν
῾Αγίων.
ε. Τέλος, τὸ νοητὸ χώρισµα Χρ ἴσως θὰ πρέπει νὰ εἶναι
ἡµικυκλικὸ ἐλαφρῶς πρὸς τὰ κάτω, ὥστε νὰ ὑποδηλώ-
νεται ὅτι τὸ κτιστόν, ἤτοι ἡ ἀνθρωπότης-ἡ Δηµιουργία,
«συνάπτεται» πλέον διὰ µέσου τῆς Σαρκώσεως -᾿Εκκλη-
σίας-Εὐχαριστίας µὲ τὸ ἄκτιστον, ἤτοι τὸν Οὐρανόν.

6. Σύνοψις

α. ῾Η Δηµιουργικὴ Συνέχεια, ἡ Χριστοκεντρικότης


καὶ ὁ ᾿Εσχατολογικὸς Χαρακτήρας τῆς νέας εἰκαστικῆς
προτάσεώς µας γιὰ τὴν ῾Ιερὰ Εἰκόνα τῶν ῾Αγίων Πάντων
εἶναι προφανεστάτη: ἐπιχειρεῖται µία ἑνιαία θεώρησις
Παρελθόντος-Παρόντος-Μέλλοντος, τὰ ὁποῖα εἶναι
ἄτµητα στὸν ἱερὸ «χῶρο» τοῦ θεανδρικοῦ Σώµατος καὶ
ἑνωµένα ἐν τῷ Προσώπῳ τοῦ Σαρκωθέντος Λόγου, στὴν
προοπτικὴ πάντοτε τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ, παρούσης ἤδη
ἐν τῷ Χριστῷ διὰ τῆς Θεοτόκου στὰ µυστηριακὰ «ὅρια» τῆς
᾿Εκκλησίας.
β. «῾Η ᾿Εκκλησία στὴν Θεία Εὐχαριστία ζῆ καὶ προ-
γεύεται ἤδη τὴν ὑπέρβαση τῆς χρονικῆς διαιρέσεως,
ὑπέρβαση τῆς ἀποστάσεως µεταξὺ παρελθόντος, παρό-
ντος καὶ µέλλοντος, διότι πραγµατικὰ ζῆ τὴν ὀργανική
τους ἑνότητα στὸν Χριστό, ἔτσι ὥστε τὸ παρελθὸν
παίρνει στὸ παρὸν νέα πραγµατικότητα, καὶ σ᾿ αὐτὸ τὸ ἴδιο
λειτουργικὸ παρὸν γίνεται ἤδη παροῦσα πραγµατικότης καὶ
τὸ µέλλον, γίνεται παρουσία καὶ γεῦσις τῶν ἐσχάτων».
(᾿Επισκόπου πρώην ᾿Ερζεγοβίνης ᾿Αθανασίου Γιέβτιτς)

17
γ. Τὸ ἱερὸν «συνεχές», τὸ ὁποῖο προβάλλει ἐµφαντικὰ
ἡ νέα αὐτὴ προσέγγισις, θὰ ὑπεµφαίνετο ἔτι περισσότερον
µὲ τὸ ἀνοικτὸ Εὐαγγέλιον καὶ τὰ ἐπ᾿ αὐτοῦ ἀποκαλυπτικὰ
γράµµατα Α καὶ Ω, ἐφ᾿ ὅσον ὁ Θεάνθρωπος εἶναι ὁ ῏Ην
(Παρελθόν), ὁ ῍Ων (Παρὸν) καὶ ὁ ᾿Εσόµενος (Μέλλον), ἡ
᾿Αρχὴ καὶ τὸ Τέλος, ὁ Πρῶτος καὶ ὁ Ἔσχατος, τὰ πάντα
πληρῶν καὶ πάντοτε παρών, σώζων καὶ δοξάζων τὴν
Κτίσιν.
δ. Στὴν ᾿Ορθόδοξη ᾿Εσχατολογία «ἡ προοπτικὴ δὲν
εἶναι πρωταρχικὰ χρονολογική», δηλαδὴ «εὐθυγράµµου
ἱστορικῆς ἐξελίξεως καὶ προόδου, µὲ τὴν ἔννοια τῆς
διαδοχικῆς χρονολογικῆς συνεχοῦς κινήσεως καὶ
προοδευτικῆς ἀναπτύξεως, πρὸς τὰ ἐµπρός», ἀλλὰ
προοπτικὴ Χριστολογική, «προοπτικὴ ἐντὸς ἑνὸς καὶ
µοναδικοῦ ᾿Εσχατολογικοῦ Γεγονότος. ῾Ενὸς Γεγονότος,
στὸ ὁποῖο περιλαµβάνεται ὅλος ὁ χρόνος καὶ ἡ ἱστορία,
ἀλλὰ καὶ ὑπερβαίνονται, πληροῦνται καὶ ἐσχατοποιοῦνται
στὸν Νέο Αἰῶνα τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ. Αὐτὸ τὸ Γεγονὸς
γιὰ τὴν καινοδιαθηκικὴ καὶ πατερικὴ ὀρθόδοξη θεολογία
εἶναι ὁ Χριστός, ἢ τὸ ῾῾Μυστήριο τοῦ Χριστοῦ᾿᾿».
(᾿Επισκόπου πρώην ᾿Ερζεγοβίνης ᾿Αθανασίου Γιέβτιτς)

ε. ῾Ως προσφορωτέρα θέσις τοῦ Εὐαγγελίου προ-


τείνεται ἡ ἐπὶ τῶν χειρῶν τοῦ ἐγκολπίου Κυρίου (Μ2),
διότι τοιουτοτρόπως ἐκ τῆς κεντρικωτάτης θέσεως αὐτῆς
τῆς ῾Ιερᾶς Εἰκόνος ἐκπέµπεται τὸ ἰσχυρότερο καὶ θεµελιω-
δέστερο µήνυµά της.
Ϛ. ᾿Εν κατακλεῖδι, ἡ τοιαύτη διάρθρωσις τῆς νέας
προσεγγίσεώς µας, ὅπου ὁ Οὐρανὸς καὶ ἡ Γῆ ἔχουν
ἑνωθῆ, καταυγαζόµενα ἀπὸ τὸ ἀνακαινιστικὸ Φῶς τῆς
τρισηλίου Θεότητος, ἀποτελεῖ ἐµφαντικὸ ὑποµνηµα-
τισµὸ τῆς ᾿Εσχατολογικῆς Πραγµατικότητος, ὅπως
18
Αὐτὴ καταγράφεται µὲ συγκλονιστικὸ τρόπο στὴν ῾Ιερὰν
᾿Αποκάλυψιν :

«Καὶ εἶδον Οὐρανὸν Καινὸν καὶ Γῆν Καινήν»·


«ἰδοὺ ἡ Σκηνὴ τοῦ Θεοῦ µετὰ τῶν ἀνθρώπων,
καὶ σκηνώσει µετ᾿ αὐτῶν, καὶ αὐτοὶ λαὸς αὐτοῦ
ἔσονται, καὶ αὐτὸς ὁ Θεὸς µετ᾿ αὐτῶν ἔσται»· «καὶ
εἶπεν ὁ καθήµενος ἐπὶ τῷ θρόνῳ· ἰδού καινὰ ποιῶ
πάντα»· «καὶ ναὸν οὐκ εἶδον ἐν αὐτῇ· ὁ γὰρ Κύριος
ὁ Θεὸς ὁ Παντοκράτωρ ναὸς αὐτῆς ἐστι, καὶ τὸ
᾿Αρνίον· καὶ ἡ πόλις οὐ χρείαν ἔχει τοῦ ἡλίου
οὐδὲ τῆς σελήνης ἵνα φαίνωσιν αὐτῇ· ἡ γὰρ δόξα
τοῦ Θεοῦ ἐφώτισεν αὐτήν, καὶ ὁ λύχνος αὐτῆς τὸ
᾿Αρνίον».
(᾿Αποκαλ. κα´ 1, 3, 5, 22 καὶ 23)

19
Γʹ. Δογµατικὲς ᾿Αλήθειες καὶ εἰκαστικὰ µέσα

1. Τὰ εἰκαστικὰ τεχνοτροπικὰ µέσα

EPEIDG, ἡ ῾Ιερὰ Εἰκὼν τῶν ῾Αγίων Πάντων θὰ


ἱστορηθῆ µὲ τὸν παραδοσιακὸ ζωγραφικὸ τρόπο, ἕπεται
ὅτι ἡ «µατιέρα» µας θὰ εἶναι ὁ «κλασσικὸς» συνδυασµὸς
χρυσοῦ καὶ ὑλικῶν χρωµάτων.
῾Ως ἐκ τούτου, τὰ εἰκαστικὰ τεχνοτροπικὰ µέσα, τὰ
ὁποῖα θὰ χρησιµοποιηθοῦν, δηλαδὴ τὰ «ἐργαλεῖα» ποὺ
ἔχουµε στὴν διάθεσί µας, ὥστε µὲ τὴν Χάρι τοῦ Θεοῦ καὶ
πρὸς δόξαν Αὐτοῦ, νὰ ἐκφρασθοῦν τόσο οἱ προαναφερ-
θεῖσες Δογµατικὲς ᾿Αλήθειες, ὅσο καὶ ἡ Χριστοκεντρικότης
καὶ ὁ ᾿Εσχατολογικὸς Χαρακτήρας τῆς νέας εἰκαστικῆς
προτάσεώς µας, εἶναι τὰ ἑξῆς:
α. ἡ σύνθεσις· ἡ ἰσορροπηµένη καὶ βάσει τῶν ἐπι-
διώξεών µας προϋπολογισµένη κατανοµὴ γραµµῶν, ἐπι-
φανειῶν, φωτὸς καὶ χρώµατος·
β. τὸ φῶς· ἡ κατανοµή, µὲ τὸν ἴδιο τρόπο, φωτεινῶν καὶ
σκούρων περιοχῶν, καὶ
γ. τὸ χρῶµα· ἡ ἀνάλογος ἐπιλογὴ καὶ ἐπεξεργασία τῶν
διαφόρων χρωµατικῶν ποιοτήτων.

2. ῾Η Σύνθεσις

STO JEVAKAIO Bò, § 2 ἑξ. τῆς παρούσης ἐργασίας


ἀναπτύχθηκε τὸ πῶς θὰ χειρισθοῦµε τὸ Σχέδιο, προκει-
µένου νὰ κατορθώσουµε µέσῳ αὐτοῦ νὰ ἐκφράσουµε τὶς
Δογµατικὲς ᾿Αλήθειες τῆς ῾Ιερᾶς Εἰκόνος.

20
● Συµπληρωµατικὰ καὶ προκειµένου νὰ ἐκφρασθῆ
εἰκαστικὰ ἡ Χριστοκεντρικότης τῆς προτάσεώς µας (βλ.
Κεφάλ. Α´, §2), θὰ ληφθῆ εἰδικὴ µέριµνα γιὰ τὰ ἑξῆς:
α. Νὰ «δοµήσουµε» τὴν Σύνθεσί µας, ὑπηρετώντας
τὸν κεντρικὸ ἄξονά της, ἐπὶ τοῦ ὁποίου θὰ εὑρίσκωνται:
τὸ µεσαῖο ἐκ τῶν τριῶν Προσώπων (Μ1), τὸ πρόσωπο τῆς
Κυρίας Θεοτόκου καὶ τοῦ Χριστοῦ-Παιδίου (Μ2), καὶ ὁ
Κύριος Λειτουργῶν (Μ3).
α1. Αὐτὸ θὰ ἐπιτευχθῆ µὲ τοὺς τρεῖς ἀκόλουθους
τρόπους:
Ι. µὲ τὴν ἰσορροπία τῶν διαφόρων στοιχείων τῆς
Συνθέσεώς µας, ὡς πρὸς τὸν κεντρικὸ ἄξονα·
ΙΙ. µὲ τὴν ἰσορροπία τῶν λοιπῶν ἀξόνων τῆς Συνθέσεώς
µας, ὡς πρὸς τὸν κεντρικὸ σὲ «ρυθµὸ» χιαστί·
ΙΙΙ. µὲ τὴν δηµιουργία νοητῶν γραµµῶν, διὰ µέσου
διαφόρων «σηµείων ἀναγνωρίσεως», τὰ ὁποῖα θὰ
κατευθύνωνται πρὸς τὸν Κύριο (Μ1-Μ2-Μ3).
β. Τὰ µορφολογικὰ χαρακτηριστικὰ τῶν προσώπων
τῶν ῾Αγίων νὰ εἶναι συµβολικὰ καὶ ἐπαναλαµβανόµενα,
«ὁµοιάζοντα» πρὸς τὰ χαρακτηριστικὰ τοῦ Κυρίου.
γ. Τὸ «θεµελιωδέστερο µήνυµα» τῆς ῾Ιερᾶς Εἰκόνος,
δηλαδὴ τὸ ἀνοικτὸ Εὐαγγέλιο µὲ τὰ ἀποκαλυπτικὰ
γράµµατα Α καὶ Ω, νὰ συµπέση εἰ δυνατὸν µὲ τὸ κέντρο
τοῦ κυκλικοῦ ἄνω µέρους τῆς Εἰκόνος.
δ. Τὸ Μ1 νὰ δουλευθῆ µὲ τὴν µεγαλύτερη δυνατὴ
χρῆσι χρυσοῦ. Τὸ ἴδιο καὶ ὁ Κύριος-Παιδίον (Μ2) καὶ ὁ
Κύριος Λειτουργῶν (Μ3), ὅπου ἡ ἴση ἀναλογία χρυσοῦ -
ζωγραφικοῦ µέρους θὰ ἐκφράζη τὸ Χριστολογικὸ Δόγµα
(Σάρκωσις τοῦ Θεοῦ-Φωτός, ἕνωσις τῶν δύο φύσεων ἐν τῇ
µιᾷ ὑποστάσει τοῦ Θεοῦ Λόγου).

21
● ῞Οσον ἀφορᾶ τὸν ᾿Εσχατολογικὸ Χαρακτῆρα τῆς
Εἰκόνος, παρατηροῦµε τὰ ἑξῆς:
α. Αὐτὸς ἤδη ὑποδηλώνεται µὲ τὸ σχῆµα της, τὸ ὁποῖο
εἶναι ἡ ἕνωσις ἑνὸς κύκλου καὶ ἑνὸς τετραγώνου, ὁπότε
ἐκφράζεται ἀκριβῶς ὅ,τι καὶ στὸν ῾Ιερὸ Ναὸ µὲ τροῦλλο.
β. ᾿Επίσης ὅµως, ἐκφράζεται καὶ µὲ τὴν χρῆσι τοῦ χρυσοῦ,
ὡς συµβόλου τῆς Βασιλείας, στὸν ὁποῖο (χρυσὸ- Βασιλεία)
συµµετέχουν κατ᾿ ἀναλογίαν ὅλα τὰ Χριστοποιηµένα
µέλη τῆς ᾿Εκκλησίας, σύµφωνα µὲ ὅσα ἀναφέρονται στὴν
προαναφερθεῖσα ἑρµηνευτικὴ ἐργασία µας: «Τὸ Μυστήριον
τῆς ῾Αρπαγῆς».

3. Τὸ Φῶς

G WQGSIS τοῦ χρυσοῦ, ὡς σηµαντικοῦ τοῦ Χριστοῦ-


Φωτός, θὰ ἐκφράση ταυτοχρόνως τὴν Χριστοκεντρικότη-
τα καὶ τὸν ᾿Εσχατολογικὸ Χαρακτῆρα τῆς νέας µας εἰ-
καστικῆς προτάσεως.
α. ῾Η Χριστοκεντρικότης θὰ ἐκφρασθῆ διὰ τῆς
εἰδικῆς χρήσεως τῶν Βαθµῶν Φωτεινότητος τῶν διαφόρων
στοιχείων, τὰ ὁποῖα συναπαρτίζουν αὐτήν, ὡς ἑξῆς:
Θὰ φροντίσουµε νὰ «ὁδηγήσουµε» κάθε στοιχεῖο
τῆς Εἰκόνος σὲ συγκεκριµένο Βαθµὸ Φωτεινότητος, ὥστε
ἡ συνολικὴ Ποσότητα Φωτός, τὴν ὁποία θὰ ἐκπέµπη τὸ
ζωγραφικὸ µέρος της, νὰ εἶναι τόση, ὅση χρειάζεται γιὰ νὰ
«δώση» µαζὶ µὲ τὸν χρυσὸ κάµπο µέσο Βαθµὸ Φωτεινό-
τητος.
Τοιουτοτρόπως, ἐν συνδυασµῷ µὲ τὴν εἰδικὴ χρῆσι τοῦ
χρώµατος, ἡ ὁποία περιγράφεται κατωτέρω (§4), ἡ Εἰκόνα
θὰ «δίνη» συνολικὰ τὴν ἴδια ἐντύπωσι τοῦ χρυσοῦ-Χριστοῦ
(Κλήµης ᾿Αλεξανδρεύς).
22
β. Τὸ Τριαδολογικὸ Δόγµα θὰ ἐκφρασθῆ µὲ τὴν
σταθερὴ χρῆσι τριῶν βαθµῶν ἀναπτύξεως κάθε στοιχείου
τῆς Εἰκόνος (προπλασµός, 1ο φῶς, 2ο φῶς), οὕτως ὥστε
ἕκαστο νὰ ἐκπέµπη ἴση µὲ τὰ ἄλλα Ποσότητα Φωτός.
γ. ᾿Επίσης, ὁ σταθερὸς τρόπος ἀναπτύξεως µὲ τὴν
χρῆσι τριῶν βαθµίδων, ἐν συνδυασµῷ µὲ τὴν ἀπαραίτητη
συµµετοχὴ χρυσοῦ σὲ κάποια ἀναλογία, δύναται νὰ
ἐκφράση τὴν «σφραγῖδα» τῶν µελῶν καὶ τὰ «ὅρια» τῆς
᾿Εκκλησίας, ἑποµένως δὲ τὸ ᾿Εκκλησιολογικὸ Δόγµα.

4. Τὸ Χρῶµα

TA TQIA µέρη τῆς ῾Ιερᾶς Εἰκόνος θὰ ἐκπέµπουν


τὶς ἀκόλουθες διαφορετικῆς χροιᾶς καὶ ἐντάσεως ἀκτινο-
βολίες, οἱ ὁποῖες καὶ θὰ χαρακτηρίζουν αὐτά:
α. Τὸ Μ1 (῾Αγία Τριὰς) θὰ ἐκπέµπη λευκὸ (ἡλιακὸ)
φῶς, µὲ τὴν ὑπολογισµένη χρῆσι τῶν τριῶν «πρωτευόντων»
χρωµάτων, στὴν µεγαλύτερη δυνατὴ ἔντασι.
β. Τὸ Μ2 (Θεοτόκος-Κύριος) θὰ ἐκπέµπη ἰῶδες, τὸ ὁποῖο
ὑποδηλώνει τὴν ἕνωσι οὐρανοῦ (γαλάζιο) καὶ γῆς (κόκκινο),
σὲ ὀλίγο µικρότερη ἔντασι ἀπὸ τὸ Μ1.
γ. Τὸ Μ3 (᾿Ασώµατοι-῞Αγιοι Πάντες) θὰ ἐκπέµπη τὶς
ἑξῆς ἀκτινοβολίες:
Ι. Οἱ ᾿Ασώµατοι γαλάζιο, τὸ ὁποῖο ὑπεµφαίνει τὸν
οὐρανό. ῾Η ἔντασις θὰ εἶναι ἀκόµη µικρότερη ἀπὸ τὸ Μ2.
ΙΙ. Οἱ ῞Αγιοι Πάντες πορτοκαλί, τὸ ὁποῖο εἶναι ἡ ἕνωσις
κίτρινου (φῶς) καὶ κόκκινου (γῆ), σὲ µικρότερη ἔντασι ἀπὸ
τοὺς ᾿Ασωµάτους.

● Τὸ Τριαδολογικὸ Δόγµα θὰ ἐκφρασθῆ, µέσῳ τῆς


εἰδικῆς χρήσεως τοῦ χρώµατος, ὡς ἀκολούθως:

23
α. Τὸ ἀπρόσιτον/ἀµέθεκτον θὰ τονισθῆ µὲ τὴν χρῆσι
τοῦ µεγαλυτέρου δυνατοῦ Βαθµοῦ Συµµετοχῆς Χρώµατος
(στὸ ἑξῆς: ΒΣΧ ) στὸ Μ1.
β. Τὸ προσιτὸν/µεθεκτὸν µὲ τὴν ἐπανάληψι τῶν ἰδίων
ἀποχρώσεων στὰ ἄλλα ἐπίπεδα (Μ2, Μ3 καὶ ΑΣ), ἀλλὰ µὲ
µικρότερο ΒΣΧ, σὲ συνδυασµὸ καὶ πάλι µὲ τὴν συµµετοχὴ
ὅλων στὸ χρυσὸ (Θεία Χάρις).
γ. Τὰ στοιχεῖα, τὰ ὁποῖα θὰ ἐκπέµπουν, κατὰ τὰ ἀνω-
τέρω, ἴση Ποσότητα Φωτός, θὰ παρέχουν ταυτοχρόνως καὶ
τόση Ροὴ Χρώµατος, ὥστε νὰ ἀντανακλοῦν ἀθροιστικὰ τὰ
τρία «πρωτεύοντα» χρώµατα ἰσοδύναµα, τὰ ὁποῖα µὲ τὴ
σειρά τους ἀθροιζόµενα γίνονται φῶς.

● ῾Η Σάρκωσις θὰ ἐκφρασθῆ ὡς ἑξῆς:


α. µὲ τὴν χρῆσι πορτοκαλὶ χρώµατος στὸ ἱµάτιο τοῦ
Κυρίου-Παιδίου, ὡς δηλωτικοῦ τῆς Σαρκὸς (γῆς), τὴν ὁποία
προσέλαβε.
β. µὲ τὴν κατὰ τὸ ἥµισυ καλύπτουσα τὸ ἱµάτιο
χρυσοκονδυλιά, ἐκφράζουσα τὴν Θεότητα τοῦ Παιδίου.
γ. ὁ χιτὼν θὰ εἶναι τῆς ἰδίας ἀποχρώσεως µὲ τὸ
ἐσωτερικὸ φόρεµα τῆς Μητρὸς Αὐτοῦ, «σάρκα δανείσασα»
εἰς Αὐτόν.

● ῾Η κεντρικότης τῆς Σαρκὸς τοῦ Κυρίου καὶ τῆς


Πανάγνου θὰ ἐκφρασθῆ µὲ τὴν χρῆσι συγκεκριµένης
ἀποχρώσεως στὰ σαρκώµατα µὲ συγκεκριµένο Βαθµὸ
Φωτεινότητος, ὥστε νὰ ἐκπέµπουν µέση ποσότητα φωτὸς
καὶ χρώµατος.
῾Η «µεσότης» (᾿Αριστοτέλης) αὐτὴ θὰ ἐκφράζη
ταυτοχρόνως καὶ τὴν τελειότητα τῶν ἀρετῶν τῆς Κυρίας
Θεοτόκου, ἀλλὰ πρωτίστως τοῦ Κυρίου.

24
5. ᾿Επίλογος

α. ῾Η ὑπολογισµένη κατὰ τὸν ἀνωτέρω ἀναλυτικὸ


τρόπο ἀνάπτυξις ὅλων τῶν στοιχείων τῆς ῾Ιερᾶς Εἰκόνος
τῶν ῾Αγίων Πάντων, ὅσον ἀφορᾶ τὸ φῶς καὶ τὸ χρῶµα, θὰ
«δίδουν» -ἐκφράζουν συνολικῶς ὅ,τι καὶ ὁ χρυσὸς-Χριστὸς-
Φῶς, τοιουτοτρόπως δὲ θὰ τονίζουν µὲ ἰδιαίτερη ἔµφασι
τὴν Χριστοκεντρικότητα τῆς Συνθέσεως, δηλαδὴ ὅτι εἶναι
τὰ πάντα καὶ ἐν πᾶσι Χριστός.
β. ᾿Επίσης, ἡ ἀνάπτυξις αὐτὴ θὰ ὑποδηλώνη καὶ τὶς
προϋποθέσεις τῆς συµµετοχῆς τῶν ῾Αγίων στὴν Βασιλεία
τοῦ Θεοῦ, ὡς µελῶν τοῦ Σώµατος τοῦ Χριστοῦ, δηλαδὴ τὸν
ἀγῶνα γιὰ τὴν ἐπίτευξι τῆς ἀρετῆς-µεσότητος καὶ τὴν διὰ
µέσου αὐτῆς Χριστοποίησί τους, ἐντὸς τοῦ ἑνιαίου «χώρου»
Παρελθόντος - Παρόντος - Μέλλοντος, στὴν προοπτικὴ
πάντοτε τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ.
γ. ῾Ο εἰδικὸς αὐτὸς χειρισµὸς τοῦ φωτὸς καὶ τοῦ
χρώµατος περιγράφεται καὶ ἀναλύεται πλήρως στὴν
µελέτη µας:
«Χρωµατικὸν Ψαλτήριον. Ὁ χειρισµὸς τοῦ φω-
τὸς καὶ τοῦ χρώµατος στὴν ῾Αγιογραφία».
(ἀνέκδοτος)

30ῇ ᾿Ιανουαρίου 2003ῳ


+ Τῶν ῾Αγίων Τριῶν ῾Ιεραρχῶν

᾿Εκ τῶν ῾Αγιογραφείων


῾Ιερᾶς Μονῆς ῾Αγίου Κυπριανοῦ Φυλῆς ᾿Αττικῆς
῾Ιερᾶς Μονῆς ῾Αγίων ᾿Αγγέλων ᾿Αφιδνῶν ᾿Αττικῆς

25
Δʹ. Παράρτηµα

Τὰ ἱερὰ πρόσωπα τῆς Εἰκόνος ἀναλυτικὰ

● ῾Η ῾Αγία Τριὰς
● ῾Η Θεοτόκος, ἔχουσα ἐγκόλπιον τὸν Κύριόν µας
● Αἱ Οὐράνιαι Δυνάµεις
● ῾Ο Θεάνθρωπος, λειτουργῶν ὡς Μέγας ᾿Αρχιερεὺς

Οἱ ῞Αγιοι
1. ῾Ο τίµιος Πρόδροµος
2. ῾Ο Μέγας ᾿Αντώνιος

᾿Ισαπόστολοι
3. ῾Η ῾Αγία Μαγδαληνὴ
4. ῾Η ῾Αγία Φωτεινὴ
5. ῾Ο Μέγας Κωνσταντῖνος
6. ῾Η ῾Αγία ῾Ελένη
7. ῾Ο ῞Αγιος Γρηγόριος Μεγάλης ᾿Αρµενίας
8. ῾Η ῾Αγία Νίνα
9. ῾Η ῾Αγία ῎Ολγα
10. ῾Ο ῞Αγιος Βλαδίµηρος
11. ῾Ο ῞Αγιος Μεθόδιος
12. ῾Ο ῞Αγιος Κύριλλος

᾿Απόστολοι
13. ῾Ο ᾿Απ. Πέτρος
14. ῾Ο ᾿Απ. ᾿Ανδρέας
15. ῾Ο ᾿Απ. ᾿Ιωάννης ὁ Θεολόγος
16. ῾Ο ᾿Απ. Βαρθολοµαῖος
17. ῾Ο Εὐαγγελιστὴς Μᾶρκος
18. ῾Ο ᾿Απ. Θωµᾶς

26
19. ῾Ο ᾿Απ. Θαδδαῖος
20. ῾Ο ᾿Απ. Παῦλος
21. ῾Ο ᾿Απ. ᾿Ιάκωβος Ζεβεδαίου
22. ῾Ο Εὐαγγελιστὴς Ματθαῖος
23. ῾Ο ᾿Απ. Φίλιππος
24. ῾Ο ᾿Απ. Σίµων
25. ῾Ο Εὐαγγελιστὴς Λουκᾶς
26. ῾Ο ᾿Απ. Ματθίας

Μάρτυρες - Ὁµολογηταὶ

27. ῾Ο ῞Αγιος Πρωτοµάρτυς Στέφανος


28. ῾Ο ῞Αγιος ᾿Ελευθέριος
29. ῾Ο ῞Αγιος Χαράλαµπος
30. ῾Ο ῞Αγιος Δηµήτριος
31. ῾Ο ῞Αγιος Γεώργιος
32. ῾Ο ῞Αγιος Παντελεήµων
33. ῾Ο ῞Αγιος Κοσµᾶς ὁ Αἰτωλὸς
34. ῾Ο ῞Αγιος Βασιλοµάρτυς Νικόλαος
35. ῾Η ῾Αγία Πρωτοµάρτυς Θέκλα
36. ῾Η ῾Αγία Παρασκευὴ
37. ῾Ο ῞Αγιος Κυπριανὸς
38. ῾Η ῾Αγία ᾿Ιουστῖνα
39. ῾Η ῾Αγία Αἰκατερίνη
40. ῾Η ῾Αγία Φιλοθέη
41. ῾Ο ῞Αγιος Μάξιµος ὁ ῾Οµολογητὴς
42. ῾Η ῾Αγία Βασιλοµάρτυς ᾿Αλεξάνδρα

Προφῆται καὶ Δίκαιοι

43. ῾Ο ῞Αγιος ᾿Ιωακεὶµ ὁ Θεοπάτωρ


44. ῾Η ῾Αγία ῎Αννα ἡ Θεοπροµήτωρ

27
45. ῾Ο Δίκαιος ᾿Ιωσὴφ ὁ Μνήστωρ
46. ῾Ο ῞Αγιος Συµεὼν ὁ Θεοδόχος
47. ῾Η Δικαία ῎Αννα ἡ Προφῆτις
48. ῾Ο Προφήτης Δαβὶδ
49. ῾Ο Προφήτης Δανιὴλ
50. ῾Ο Προπάτωρ ᾿Αδὰµ
51. ῾Ο Προφήτης Ζαχαρίας
52. ῾Η ῾Αγία ᾿Ελισάβετ
53. ῾Ο Προφήτης Ἡσαΐας
54. ῾Ο Προφήτης ᾿Ηλίας
55. ῾Ο Προφήτης Μωϋσῆς
56. ῾Ο Πατριάρχης ᾿Αβραὰµ
57. ῾Ο Δίκαιος ᾿Ενὼχ
58. ῾Η Προµήτωρ Εὔα

῾Ιεράρχαι

59. ῾Ο ῞Αγιος ᾿Ιάκωβος ᾿Αδελφόθεος


60. ῾Ο ῞Αγιος Βασίλειος ὁ Μέγας
61. ῾Ο ῞Αγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος
62. ῾Ο ῞Αγιος ᾿Ιωάννης ὁ Χρυσόστοµος
63. ῾Ο ῞Αγιος Φώτιος ὁ Μέγας
64. ῾Ο ῞Αγιος Μᾶρκος ὁ Εὐγενικὸς
65. ῾Ο ῞Αγιος Γρηγόριος ὁ Παλαµᾶς
66. ῾Ο ῞Αγιος ᾿Ιωάννης Σαγγάης ὁ Θαυµατουργὸς
67. ῾Ο ῞Αγιος Νικόλαος ὁ Θαυµατουργὸς
68. ῾Ο ῞Αγιος Σπυρίδων ὁ Θαυµατουργὸς
69. ῾Ο ῞Αγιος Παρθένιος Λαµψάκου
70. ῾Ο ῞Αγιος ᾿Αθανάσιος ὁ Μέγας
71. ῾Ο ῞Αγιος Κύριλλος ᾿Αλεξανδρείας
72. ῾Ο ῞Αγιος ᾿Ιωάννης ὁ ᾿Ελεήµων
73. ῾Ο ῞Αγιος Νεκτάριος ὁ ἐν Αἰγίνῃ
74. ῾Ο ῞Αγιος Γλυκέριος ὁ ῾Οµολογητὴς

28
῞Οσιοι

75. ῾Ο ῞Αγιος ᾿Ιωάννης ὁ Δαµασκηνὸς


76. ῾Ο ῞Αγιος Εὐθύµιος ὁ Μέγας
77. ῾Ο ῞Αγιος ᾿Εφραὶµ ὁ Σύρος
78. ῾Η ῾Αγία Μακρῖνα
79. ῾Ο ῞Αγιος ᾿Αθανάσιος ὁ ᾿Αθωνίτης
80. ῾Ο ῞Αγιος Συµεὼν ὁ Νέος Θεολόγος
81. ῾Ο ῞Αγιος Χριστόδουλος ὁ ἐν Πάτµῳ
82. ῾Η ῾Αγία Ξένη ἡ διὰ Χριστὸν Σαλὴ
83. ῾Ο ῞Αγιος Θεόδωρος ὁ Στουδίτης
84. ῾Ο ῞Αγιος Παχώµιος ὁ Μέγας
85. ῾Ο ῞Αγιος Παΐσιος ὁ Μέγας
86. ῾Η ῾Αγία Μαρία ἡ Αἰγυπτία
87. ῾Η ῾Αγία Εἰρήνη Χρυσοβαλάντου
88. ῾Ο ῞Αγιος ᾿Ιωάννης ὁ Ρῶσος
89. ῾Ο ῞Αγιος Σεραφεὶµ τοῦ Σάρωφ
90. ῾Ο ῞Αγιος ᾿Ιωάννης τῆς Κρονστάνδης

Δέησις

῏Ηχος βʹ. Οἶκος τοῦ ᾿Εφραθᾶ.

«῞Ιλαθι, ᾿Ιησοῦ, Σῷ δούλῳ ἀναξίῳ, εὐχαῖς ταῖς τοῦ Πατρός µου,


Πανάγνου δὲ Μητρός Σου, πρεσβείαις, ὦ Φιλάνθρωπε! ».


Τῷ δὲ ἐν Τριάδι
Παναγίῳ καὶ Φιλανθρώπῳ Θεῷ ἡµῶν
δόξα, τιµή, προσκύνησις
καὶ εὐχαριστία.
᾿Αµήν!

29

You might also like